Παρασκευή 6 Απριλίου 2012

Ἡ Ἡμέρα τῆς Λαμπρῆς

Διονύσιος Σολωμός (1798-1857)

1.



Καθαρώτατον ἥλιο ἐπρομηνοῦσε
τῆς αὐγῆς τὸ δροσᾶτο ἀστέρι,
σύγνεφο, καταχνιά, δὲν ἀπερνοῦσε
τ᾿ οὐρανοῦ σὲ κανένα ἀπὸ τὰ μέρη·
καὶ ἀπὸ ῾κεῖ κινημένο ἀργοφυσοῦσε
τόσο γλυκὸ στὸ πρόσωπο τ᾿ ἀέρι,
ποὺ λὲς καὶ λέει μὲς τῆς καρδιᾶς τὰ φύλλα·
«γλυκειὰ ἡ ζωή κι᾿ ὁ θάνατος μαυρίλα».

2.



Χριστὸς ἀνέστη! Νέοι, γέροι, καὶ κόρες,
ὅλοι, μικροί, μεγάλοι, ἑτοιμαστῆτε·
μέσα στὲς ἐκκλησίες τὲς δαφνοφόρες
μὲ τὸ φῶς τῆς χαρᾶς συμμαζωχτῆτε·
ἀνοίξετε ἀγκαλιὲς εἰρηνοφόρες
ὀμπροστὰ στοὺς ἁγίους, καὶ φιληθῆτε·
φιληθῆτε γλυκὰ χείλη μὲ χείλη,
πέστε· Χριστὸς ἀνέστη, ἐχθροὶ καὶ φίλοι.




Τρίτη 20 Μαρτίου 2012

Ἄνοιξις

Κουράστηκα πολύ σήμερα
Στό σχολεῖο
Τὰ μαθήματα δύσκολα
Κι ἐγώ δεν εἶμαι πιὰ
Νέος
Ὅμως τὰ παιδιὰ
Τράβηξαν μὲ τὰ χέρια τους
Τὸ καλοκαίρι
Πιὸ κοντὰ
Τοῦ φόρεσαν τὰ κοντὰ παντελόνια
Καὶ ἄφησαν τὰ παράθυρα ἀνοιχτὰ
Ὅλη μέρα
Ἔβαλαν τὰ πουλιὰ στὰ δέντρα
Στὴ θέση του τὸ καθένα
Γιὰ νὰ τραγουδήσουν
Ἔβαλαν στὴ θάλασσα
Τὸ γράμμα θῆτα
ποὺ τῆς εἶχε πάρει ἕνας γλάρος
Καὶ ἄφησαν τὰ καράβια
Μὲ τ' ἄσπρα πανιὰ νὰ βγοῦν
Ἀπ' τὸ λιμάνι
Κουράστηκα πολύ σήμερα
Στὸ σχολεῖο
Μὰ στὰ λιγοστὰ μαλλιὰ μου
Ἐφύτρωσαν ἤδη
Τὰ πρῶτα χαμομήλια
Καὶ τα μάγουλά μου
Ἐγέμισαν ἁρμύρα
                                                                  σ. π.